4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Kώστας Zουράρις

ΙΣΑΛΟΣ ΓΡΑΜΜΗ

Είμαι η κυρία Δημητρίου (2ον).

«Ου δει απογινώσκειν ημάς, μη όντας ως δει είναι»
(Πέτρου Δαμασκηνού του ιερομάρτυρος: «Περί του μη απογινώσκειν ει και πολλά
πταίει τις».)


«...Βγαίνοντας από την Ολυμπιακή, έξω φρενών ελληνικών και εντελώς
δυτικόφρων, έρριξα μια ματιά γύρω μου και στο πιο κοντινό κόμμα που βρήκα,
μπήκα, πήρα και απήλθα, βρίζοντας...»

ΠΡΟΣΠΑΘΩΝΤΑΣ λοιπόν, στο προηγούμενο κείμενο, να κατανοήσω τις συλλογικές
μας εκλογικές περιπέτειες, όπου συμπλέκεται και η προσωπική ενός εκάστου
των πολιτών, έγραφα ότι «η αγκαλιά διασφαλίζει περισσότερο τον άνθρωπο από
ό,τι η μοναξιά.»
Είχα υποσχεθεί, επί πλέον, ότι θα έδινα τον μίτον του καθ? ημάς οξυμώρου,
το οποίο με μετέτρεψε από Κώστα σε κυρία Δημητρίου. Για να ακριβολογήσω
μάλιστα, το εκλογικό μας οξύμωρον με ξαναβάφτισε πρώτα σε κύριο Σπανό ή Mr.
Spanos και ακολούθως σε κυρία Dimitriou.
Ποιός τα έκανε αυτά; H αγκαλιά. H κοινή μας καταγωγική μήτρα: το Κοινόν των
Ελλήνων.
Υπενθυμίζω: στις πρόσφατες εκλογές μας, όλοι μαζί οι κυβερνώντες μας,
δηλαδή, συλλήβδην, συμπολίτευση - αντιπολίτευση - μεταπολίτευση -
αποφάσισαν ότι η Ολυμπιακή, για δέκα μέρες, παύει να είναι εταιρία που
αερομεταφέρει εισιτήρια και γίνεται μαούνα που πηγαινοφέρνει ψηφοφόρους.
Βασιλική διαταγή, λοιπόν, και τα σκυλιά δεμένα. Τα εισιτήρια, είπαν, θα τα
διένεμαν τα κόμματα κατ? αναλογίαν των αναλογιών τους. Εγώ έπρεπε να πάω
από το Ηράκλειο στην Θεσσαλονίκη και πάλι πίσω. Ταυτοχρόνως, νόμιζα (με
ιδιωτική ερμηνεία) ότι δεν ανήκω σε κανένα κόμμα και ότι επομένως η
Ολυμπιακή θα είχε προβλέψει παροχή υπηρεσιών προς «ιδιώτες» (idiots), που
δεν ανήκουν σε κόμματα και προς ξένους που ανήκουν στα ξένα. Πέναλτυ!
Πηγαίνω καμαρωτός-καμαρωτός, έμπλεως ναρκισσικού ατομισμού δυτικών
προδιαγραφών, στην Ολυμπιακή και ζητώ εισιτήριο. Τα γραφεία της, εν
Ηρακλείω Κρήτης, θύμιζαν Γερμανό οικολόγο που επιθεωρεί μουσουλμανικό χωριό
της Βοσνίας, από όπου έχουν περάσει, μόλις πριν, οι Κροάτες σύμμαχοι της
γερμανικής οικολογικής απορρύπανσης. Ή, για να μιλήσω επιστημονικώτερα, τα
γραφεία της Ολυμπιακής, θύμιζαν ελληνικό Δημόσιο σε χαλαρές φάσεις
ετοιμότητας του σχεδίου Ξενοκράτης. Πλησιάζω προς την χρυσολαμπαδόκορμη και
φεγγαρολαμπιρούσα Κρητικιά, η οποία παρίστανε την αεροσυνοδό εδάφους ή και
υπεδάφους και καταπιανόταν ελληνοπρεπώς με έργα «ουχί παραδεδεγμένης
χρησιμότητος», περί την υπηρεσίαν, δηλαδή κωλοβαρούσε. Ως ευρωλιγούρης
ατομικιστής, ζητώ από την καλλιπάρειον Κόρην, εισιτήριο για να πάω όπου
θέλω. Ανθοδροσομιλούσα, η Κρήσσα καλλονή με κοιτάζει με την ίδια
συγκαταβατική ειρωνεία, που κοιτάζω εγώ τον Κριστόφερσεν με τα χοντρά του
φερσίματα, όταν διαπιστώνει ότι το ελληνικό πρόγραμμα σύγκλισης εμφανίζει
απόκλιση. Χρυσοδαχτυλιδόστομη, με κατακεραυνώνει εκεί, προς το υπέδαφος της
αυταρκείας μου και μελίρρυτος ως χαρουπόμελο, η αεροσυνοδός της ασυνόδευτης
μοναξιάς μου, μου λέει ότι η Ολυμπιακή μεν είναι εδώ, τα εισιτήρια της όμως
αλλού και πρέπει να πάω σε ένα από τα κόμματα της αρεσκείας μου, το οποίο
θα με στείλει εκεί που πρέπει.
Διαμαρτύρομαι ως μέλος οργανισμού μη κυβερνητικού! Επικαλούμαι την Χάρταν
των δικαιωμάτων του ατομικού μου εγώ! Ζητώ ίασιν του σκανδάλου, ως ιατρός
χωρίς σύνορα καθότι κοσμοπολίτης και όχι ραγιάς των κομμάτων!
Ηδύπνους η Κρήσσα κουκλάρα και ως σπαργώσα ζαργάνα, ανοίγει το στόμα της
ιοβόλον και με τσακίζει με το θουκυδίδειο δηλητήριο του καθ? ημάς Ορθού
Λόγου:
- Είναι ή δεν είναι τα κόμματα νόμιμα και, κατά το ενεστώς Σύνταγμα,
συντελεστές του πολιτεύματος; Είναι.
- Εκφράζουν ή δεν εκφράζουν, όλα μαζί, την συντριπτική, αβίαστη πλειοψηφία
του λαού; Την εκφράζουν.
«Έδοξεν τη βουλή και τω δήμω», λοιπόν, τη νομίμω βουλή και τω νομίμω δήμω,
να μοιράσουν αυτοί τα εισιτήρια κι όχι η Ολυμπιακή. Διότι έτσι τους αρέσει,
και είναι η νόμιμη πλειοψηφία του λαού.
Διό δεδόχθαι τη βουλή και τω δήμω... την των Ελλήνων ελευθερίαν διατηρείν
και όσες θέλουν ναύς και αεροναύς καθέλκειν εις την θάλατταν ή στους
ουρανούς και να μεταφέρουν ψηφοφόρους, κεκράχτες, με φωνές και με
γιουρούσια, διά την από κοινού άλωσιν του Δημοσίου Προϋπολογισμού.
Μα είναι υπανάπτυξη αυτό! Ας είναι!
Μα δεν θα γίνουμε ποτέ Ευρώπη έτσι! Να μη σώσουμε!
Το πρόβλημα δεν είναι να γίνουμε «ευπρεπείς» ξενέρωτοι, αλλά την των
Ελλήνων ελευθερίαν διατηρείν, «ανειμένως διαιτώμενοι»-χαλαροί, πλακατζήδες
και αραχτοί και «μη μετά νόμων εθέλομεν κινδυνεύειν», ώστε να
διακινδυνεύουμε συνεχώς την μεταξύ μας σχέση χωρίς να μας υποχρεώνουν και
να μας περιορίζουν οι Νόμοι. Νόμος είμαστε κάθε φορά. Εμείς, να το
αναγνωρίζουμε όλοι μας, ως νόμιμο. Τόσο απλά!
«Αδικεί λοιπόν Ζουράρις (Σωκράτης), ους η Πόλις νομίζει (κομματικούς) Θεούς
μη νομίζων και καινά (δυτικά) δαιμόνια εισάγων...»... Ναι!
Κι αντί το Κοινόν των Ελλήνων να με ποτίσει κώνειον για την ναρκισσευομένη
εγωπάθεια μου, μου έδωσε εισιτήριο και μάλιστα τρεις φορές φτηνότερο από το
σύνηθες! Κι ούτε πήγα μάλιστα σε κόμμα της αρεσκείας μου, που να τους αρέσω
κι εγώ. Βγαίνοντας από την Ολυμπιακή, έξω φρενών ελληνικών και εντελώς
δυτικόφρων, έρριξα μια ματιά γύρω μου και στο πιο κοντινό κόμμα που βρήκα,
μπήκα, πήρα και απήλθα, βρίζοντας...
Ήδη όμως η πατρίς-μητρίς, η κοινή αγκαλιά, μου απάλυνε την πειθαρχία και
την ασκητική, που επέβαλλε στον ναρκισσισμό του εγώ μου, διότι ως Παλαιά
των Ημερών ιερόδουλος, μου έδωσε φτηνό εισιτήριο. Τι σου είναι τρεις
χιλιάδες χρόνια μαλαγανιά και αεριτζίδικη τσαχπινιά!
Είχα ήδη μαλακώσει, μέχρι που άνοιξα το εισιτήριο και είδα ότι με γράφουν
κύριο Σπάνος! Ξαναέγινα Τούρκος!
Ξανακύλισα! Πάλι το εγώ μπροστά! Δηλαδή «αυτοί» με γράφουν, δηλαδή «αυτοί»
δεν σέβονται τίποτα κ.τλ, κ.τλ. σώφρωνα και ξενέρωτα...
Μια και δυο, κάποτε, πηγαίνω στο αεροδρόμιο και εκεί αρχίζω να υποψιάζομαι,
να συνέρχομαι και να επανέρχομαι εκ της ευρωαφασίας μου, σε τόπους
ραδινούς, γελαστούς, σε τόπους ελληνικούς: το αεροδρόμιο του Ηρακλείου,
στις 12 τα μεσάνυχτα ήταν σαν λαμπριάτικη νύχτα με βεγγαλικά κι αναστάσιμα
αυγά και φώτα ολόφωτα! Όλα έλαμπαν! Εκατοντάδες Ντάτσουν, δυσπεριγράπτου
καρκατσουλιού, με σημαιάκια, ξεφτίδια, κουρελλαρία, κραυγαλέα ουρλιαχτά και
μεθυσμένες μαντινάδες, ανάμεσα σε ευρωπαϊκά ΚΑΠΗ και μισόγυμνες δυτικές
γκόμενες, που γύριζαν -στοιχημένα κοπάδια- στις ομίχλες της πειθαρχίας
τους, κατάπληκτοι από την ακατάληπτη γι? αυτούς κρητική ολονυχτία, κι οι
Κρητικοί, σε φάση νηφαλίου μέθης, να έχουν καταργήσει Κράτος, Βία,
οργανογράμματα, αεροδρόμια, ελέγχους και βύσματα!
Δεν υπήρχαν αστυνόμοι, ούτε όρια, ούτε ανιχνεύσεις εκρηκτικών... Όλοι
είμασταν μια έκρηξη χαράς και πλάκας, ο κόσμος μπαινόβγαινε όπου ήθελε, τα
κομματόσκυλα μοίραζαν χαρτούρα και αλληλοπειράζονταν...
Ναι! Για μια ακόμη φορά έμενα εμβρόντητος, έχοντας παρακολουθήσει,
αλλεπάλληλες φορές την θλίψη και κατήφεια σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές
εκλογές: το Εορτολόγιο μας είχε κατακτήσει την Ολυμπιακή και το αεροδρόμιο.
H πανήγυρις είχε δώσει την πρέπουσα λύση στο ψευδοδίλημμα κρατικοποίηση -
ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής! Για μερικές μέρες, οι Έλληνες είχαν
ορθοτομήσει τον λόγον της αληθείας: ούτε ιδιωτικοποίηση ούτε κρατικοποίηση
αλά Φράνκα, αλλά εξελληνισμός της Ολυμπιακής, αλά Γκρέκα! Μέσα σε γενική
γιορτή, πλάκα και διάλυση του Κράτους! H σωστή και προαιώνια κοινοτική
συνταγή! Τι υπέροχη γεύση ήταν αυτή η νύχτα στο Ηράκλειο! Κι όλα βέβαια να
λειτουργούν στην εντέλεια, διότι σε όλους μας άρεσε αυτό που γινόταν και
όλοι θέλαμε μαζί το ίδιο πράγμα, δηλαδή, για λίγο έστω διάστημα, να
διαλύσουμε το κωλοκράτος αυτό που μας καταπιέζει (όπως το Κράτος και η Βία
είναι τα δύο τέρατα, που κρατούν τον Προμηθέα, δεσμώτη στον Καύκασο, έε;)
και για λίγο, έστω, να παίξουμε, ως παιδιά, με την ελευθερία του καυγά μας
με όλα τα δικά μας τα μπιχλιμπίδια, την Ολυμπιακή, τα ψηφοδέλτια, τις
σημαιούλες, οι επτά επί Ντάτσουν και θα σε πάρω να φύγουμε σ? άλλη γη σ?
άλλα μέρη, διότι οι Έλληνες αεί παίδες εισί...
Κι όταν, κατά τις τρεις, μέσα σ? αυτό το αναστάσιμο μπάχαλο, περίμενα κι
εγώ, για μια ακόμη φορά αδιόρθωτος ευρωμαλάκας, να επιβιβαστώ αεροσκάφους
της Ολυμπιακής και, αντ? αυτού, ανέβηκα σε τζάμπο λιβανέζικο της «Αir
σερμπέτ πουθενά», όπου με υποδέχθηκαν κουτόχοντρες και ηδυμιγώς ευρύπυγες
χανούμ-μπουρέκ, με πατσουλιά και λαγγεμένη Ανατολή και μούγκρισα
σοροπιασμένος, αμάν-αμάν σφαχτάρια, τότε, θαμπωμένος ανέμελψα: Μεγάλη!
Ατέλειωτη Ελλάδα, είσαι Μεγάλη!
Στον γυρισμό, κάποιο κόμμα μου έδωσε άλλο εισιτήριο. Εκεί, ήμουν πια κυρία
Δημητρίου. Είχα όμως πια συνηθίσει και είχα υποτάξει τον Νάρκισσο μέσα μου
στο έδοξεν τη βουλή και τω δήμω.
Πλησίασα λοιπόν στο τμήμα επιβιβάσεως και νηφάλιος πια είπα στην αρμοδία,
δίνοντας το εισιτήριο μου: είμαι η κυρία Δημητρίου. Ακραιφνής Ελληνίς, η
δεσποινίς με κοίταξε με «τα συμφωνημένα υπονοούμενα» του Σεφέρη και μου
είπε: -θέλετε να σας γράψω με το πραγματικό σας όνομα; - και γέλασε...
Όχι, της είπα, διότι τι να σας το λέω; Μπορεί να απογειωθώ, ως δικό μου
όνομα, αλλά αν άλλως δόξη, εν δόξη, τη βουλή και τω δήμω, μπορεί να
προσγειωθώ με άλλο όνομα. Δεν τ? αφήνουμε καλύτερα στην πατρίδα, ν?
αποφασίσει ποιός είμαι, όταν ταξιδεύω;
Ενώ πετούσα, άνοιξα τυχαία, εντελώς στην τύχη, κάποια σελίδα από την
«Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», κι έπεσα σε μια σελίδα του οσίου και
θεοφόρου Πατρός ήμών Πέτρου Δαμασκηνού.
Καμμιά φορά, ο θεός φαίνεται, σε βοηθάει, όταν ταξιδεύεις.
Στο μικρό κεφάλαιο αυτό, ο όσιος Πέτρος μας νουθετεί, ότι δεν πρέπει να μας
εγκαταλείπει η γνώση της ελπίδας, δεν πρέπει να βουλιάζουμε στην απόγνωση,
αν εμείς δεν είμαστε όπως πρέπει να είμαστε (...μη όντας ως δει είναι).
«Μη γαρ το σωσαί σου την ψυχήν αδυνατεί ο τοσούτον κόσμον, ον οράς, δια σε
πεποιηκώς;» Είναι δυνατόν; Όλος αυτός ο Κόσμος, ο μικρός, ο μέγας, έγινε
για σένα. Μην έχεις λοιπόν απελπισία, μην έχεις απόγνωση για τις αμαρτίες
σου. «Κακόν μεν ότι ήμαρτες, άνθρωπε». Κακόν μεν, ίσως, όλο αυτό το
μπάχαλο, κακή όλη αυτή η κομματοκρατία, κακή ίσως όλη αυτή η διάλυση κι η
παράλυση, κακή αυτή η αυθαίρετη υπαγωγή του πολίτη στην κομματικομιζέρια
της οχλαγωγικής δημοκρατίας. Όταν όμως ...«...εκ συνηθείας πταίεις εις άπερ
καν μη βούλεσαι, έχε ταπείνωσιν ως ο τελώνης, και αρκεί σοι εις σωτηρίαν».
Τι ηρεμία! Τι αναστήλωση φρονήματος! Ναι! Αν φταις συλλογικά, ακόμη κι αν
εσύ αυτά δεν τα θέλεις αν φταις «εκ συνηθείας» δηλαδή, αν φταις εξ αιτίας
ενός ήθους που το έχουν όλοι μαζί (σύν+ήθεια), τότε, να έχεις ταπείνωση,
υπομονή, επιείκεια και να παλεύεις μέσα σ? αυτήν την συνήθεια κι όχι έξω
απ? αυτήν, για να την αλλάξεις και να την βελτιώσεις. Χωρίς ατομοκεντρική
αλαζονεία, χωρίς εγωκεντρικό ναρκισσισμό. Και να μη λες, δεν είναι τόπος
αυτός, τίποτε δεν γίνεται, δεν θα γίνουμε ποτέ άνθρωποι και άλλα ηχηρά και
κούφια παρόμοια. Διότι, είδες: η Ιθάκη, δηλαδή η Ψωροκώσταινα, μέσα σ? αυτό
το μπάχαλο, σου έδωσε το ωραίο ταξίδι. Μέσα στα χάλια της, είδες να
διαφαίνονται κι άλλες πτυχές του αινίγματος, που λέγεται ζωή. Μέσα στην
ψηφοθηρία, υπήρξε γιορτή, πολλή γιορτή. Οι άλλοι ψηφίζουν ευπρεπείς, αλλά
ανεόρταστοι, δηλαδή απανδόκευτοι, δηλαδή μαύρη θλίψη και συσσωρευμένη βία,
που ξεσπά σε περιοδική βαρβαρότητα.
Και κυρίως, σε ικετεύει θωπευτικός και σε νουθετεί ο όσιος Πέτρος
Δαμασκηνός: ποτέ απελπισία, ποτέ απόγνωση.
Διότι η απελπισία κι η απόγνωση είναι του διαβόλου κατασκεύασμα, η
απελπισία είναι προνόμιο των «ορθολογιστών», που δεν πιστεύουν στον θεό. H
απόγνωση είναι ατομοκεντρική αμαρτία και δεν ταιριάζει σε αριστοκράτες
Έλληνες της άκρας ταπείνωσης ενώπιον της Ευχαριστιακής τους Κοινότητας.
Στον διάβολο υπόκειται, όποιος υποκύπτει στην απόγνωση κι αυτό είναι
αμαρτία. O διάβολος ωθεί τον άνθρωπο στην απόγνωση, στην πεποίθηση, αν κάτι
δεν πάει σύμφωνα με τα κέφια του, στην πεποίθηση, αν κάτι δεν πάει σύμφωνα
με τα κέφια του, ότι όλα είναι χάλια, ότι τίποτα δεν γίνεται κι ότι όλα
είναι μαυρίλα. (...τω διαβόλω εις το αμαρτάνειν υπόκειται, ...εις το
απογινώσκειν ωθούντα αυτόν...»).
O Ελληνορωμηός «παρακούει τον εχθρόν», δηλαδή τον Διάβολο, που του
υποβάλλει την μίζερη δυτική απελπισία, «έχων ευγνωμοσύνην, ευχαριστίαν,
υπομονήν».
O Ελληνορωμηός παλεύει μέσα στην συνήθεια, μέσα στο κοινό ήθος, για να
αλλάξει την κακή συνήθεια. Και μέσα στην κακή του συνήθεια, βρίσκει, ως
Διάκονος Αριστοκράτης, «έχων ευγνωμοσύνην», όλα τα στοιχεία που αμβλύνουν
και εξωραϊζουν την κακή του συνήθεια. Χωρίς να πιθηκίζει ξένες συνταγές, ως
μαϊμού εισαγωγής.
Κι έρχεται συμβοηθός στον όσιο Πέτρο Δαμασκηνό, η αλαζονική υπεροψία του
Πινδάρου: Ματαιότατο, σαχλεπίσαχλο δείγμα ανθρώπου είναι αυτός που νοιώθει
συμπλεγματική αισχύνη για τα ντόπια του, τα επιχώρια του και πιθηκίζει τα
μακρυνά και τα αλλότρια. («Έστι δε φύλον εν ανθρώποισι ματαιότατον, όστις
αισχύνων επιχώρια παπταίνει τα πόρσω».)
Διορθώνουμε τα στραβά μας και μέχρι να τα διορθώσουμε, χαιρόμαστε τα καλά
των στραβών μας. Βουλή των Ελλήνων, πολυκομματική μου αθλιότητα, «έχων
ευγνωμοσύνην», σ? ευχαριστώ._Κ.Ζ.